Η απασχολησιμότητα στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας υπήρξε το κέντρο ενδιαφέροντος για την ΕΕ, όπως αποδεικνύεται από τις αναφορές και τις επακόλουθες πολιτικές στην ΕΕ (Έκθεση της Πράγας, 2001). Η EHEA, από την αρχή της διαδικασίας της Μπολόνια, είχε αναγνωρίσει τον ρόλο των πανεπιστημίων στην προετοιμασία για τον μελλοντικό επαγγελματικό τους ρόλο και τον ρόλο τους στη διαφάνεια και την αναγνώριση των προσόντων, «προσδιορίζοντας τα μαθησιακά αποτελέσματα με τρόπο που να έχει νόημα για τους μαθητές , εργοδότες και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη »(Έκθεση της Πράγας, 2001: σ. 10).
Αν και αυτή η προσέγγιση ήταν αόριστη στο αρχικό της πλαίσιο στο πλαίσιο μιας «εκπαιδευτικής συνεργασίας για την ανάπτυξη σταθερών, ειρηνικών και δημοκρατικών κοινωνιών» (Διακήρυξη της Μπολόνια, 1999), καθορίστηκε αργότερα στο πλαίσιο της νέας προσέγγισης της Δια Βίου Μάθησης και των επόμενων στρατηγικών της ευρωπαϊκής κοινωνίας της γνώσης. Αυτός ο όρος, που παρουσιάστηκε επίσης στην ανακοίνωση της Πράγας (2001), ήταν η βάση της εκπαιδευτικής και οικονομικής πολιτικής της ΕΕ προς μια ανταγωνιστική οικονομία που προσαρμόζεται στο μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον.
Αν και αυτή η συνεργασία δεν αναλύθηκε περαιτέρω, π.χ. μεταξύ των ενδιαφερομένων, σε ποιο πλαίσιο και σε ποια βάση θα γινόταν αυτή η συνεργασία, έπρεπε να συμπεριλάβει όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς όπως συνδικάτα, επαγγελματικές ενώσεις, εργοδότες και φοιτητικές ενώσεις (Έκθεση Βερολίνου, 2003, 2003) Ωστόσο, η έμφαση ήταν ακόμη στη δημιουργία κοινών προγραμμάτων πτυχίων, της διαπίστευσης και της ανάπτυξης προγραμμάτων σπουδών με στόχο την καλύτερη αντιμετώπιση της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας (Έκθεση Βερολίνου, 2003).
Το τρέχον πλαίσιο διαλόγου για τη διαδικασία της Μπολόνια ενισχύθηκε επίσης με τη δημιουργία των «Δραστηριοτήτων της Μπολόνια σε εθνικό και θεσμικό επίπεδο», όπου διάφοροι εθνικοί και ευρωπαϊκοί ενδιαφερόμενοι υπέβαλαν ιδέες και προτάσεις σχετικά με τη διαδικασία της Μπολόνια. Η πλειονότητα αυτών των ενδιαφερομένων ήταν κοινωνικοί εταίροι και ιδίως εργοδότες που έδειξαν σημαντικό ενδιαφέρον να συμμετάσχουν σε αυτές τις εθνικές και ευρωπαϊκές συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης (Έκθεση Βερολίνου, 2003: σ. 19). Αυτές οι συναντήσεις ήταν επίσης σημαντικές για τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που τις αντιλήφθηκαν ως ευκαιρία ανταλλαγής απόψεων για διάφορα «θέματα της Μπολόνια» με ουσιαστικό και παραγωγικό τρόπο.
Ωστόσο, για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, στο Communique του Λονδίνου (2007) για τη Διαδικασία της Μπολόνια γίνεται κατανοητό ότι έχουν φτάσει σε αδιέξοδο. Μόνο το 2007, η συζήτηση απέκτησε νέους στόχους δίνοντας έμφαση στη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και στην αύξηση του επιπέδου των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων στην κοινωνία στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης, μια αναφορά που επιδείχθηκε επίσης στα Communiques της Louvain και του Βουκουρεστίου του 2009 και του 2012 αντίστοιχα. Οι εκθέσεις Bergen (2005) και Λονδίνο (2007) δεν ανέφεραν τα Προγράμματα Πρακτικής Άσκησης ως στοιχείο της Δια Βίου Μάθησης με έμφαση που απομένει στην επίτευξη του στόχου της ενίσχυσης της απασχολησιμότητας, με τη συμμετοχή Εργοδοτών, συνδικαλιστικών οργανώσεων και επαγγελματικών ενώσεων στην ανάπτυξη και δημιουργία νέων τύπων προσόντων και νέων προγραμμάτων σπουδών.